отмахиваться - ορισμός. Τι είναι το отмахиваться
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι отмахиваться - ορισμός


отмахиваться      
ОТМ'АХИВАТЬСЯ, отмахиваюсь, отмахиваешься, ·несовер.
1. ·несовер. к отмахнуться
.
2. страд. к отмахивать
(см. отмахнуть
и отмахать
в 1, 2 и 3 ·знач. ).
отмахиваться      
несов.
1) Взмахом руки или рук отгонять от себя, не подпускать к себе.
2) а) Махать руками или рукой в знак протеста, недовольства и т.п.
б) перен. разг. Относиться с пренебрежением, без внимания к кому-л., чему-л.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για отмахиваться
1. Уверен, что от мнений регионов отмахиваться нельзя.
2. Но независимые эксперты не советуют отмахиваться от мнения Кудрина.
3. Сбежался народ, я стал отмахиваться, хотел покалечить еще больше людей.
4. Разве президент может отмахиваться от законного требования отставки Зурабова?
5. Балалаечник, сидящий рядом, начал машинально отмахиваться от летящих градом гильз.
Τι είναι отмахиваться - ορισμός